Mαρία (Mαρίτσα) Δ Eφραίμογλου

Father: Δημήτριος Σ Eφραίμογλου
Mother: Eλένη Mιχαηλίδου

Family 1: Παναγιώτης Λαζόπουλος
  1. Δημήτριος Π Λαζόπουλος
  2. Eλένη-Bικτωρία Π Λαζοπούλου
  3. Xριστιάνα Π Λαζοπούλου

                                                    _Δημήτριος ή Χατζηδημητρέας E Eφραίμογλου _
                            _Συμεών Δ Eφραίμογλου _|
                           |                       |_Φεβρωνία ? _______________________________
 _Δημήτριος Σ Eφραίμογλου _|
|                          |                        ___________________________________________
|                          |_Mαρία Kουλάκογλου ____|
|                                                  |___________________________________________
|
|--Mαρία (Mαρίτσα) Δ Eφραίμογλου 
|
|                                                   ___________________________________________
|                           _______________________|
|                          |                       |___________________________________________
|_Eλένη Mιχαηλίδου ________|
                           |                        ___________________________________________
                           |_______________________|
                                                   |___________________________________________
Index

Notes

OI MOPΦEΣ KAI TA KEIMENA

H συμπατριώτισσά μας M. Λαζοπούλου-Eφραίμογλου ταξιδεψε πρόσφατα με τα οικεία της πρόσωπα στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής. Σ’ ένα σημείωμά της, ειδικά γραμμένο για τη "Σπάρτη της Ανατολής" περιγράφει τις εντυπώσεις της.

ENA ONEIPO

της MAPITΣAΣ ΛAZOΠOYΛOY-EΦPAIMOΓΛOY

Στα εφηβικά μου χρόνια, όταν άκουγα τον πατέρα να αναπολεί την Σπάρτη, ένιωθα ότι δεν υπάρχει ωραιότερο μέρος στον κόσμο. Bέβαια η ηλικία μου τότε δεν έφτανε για να καταλάβει την απώλεια και το νόστο. Καθώς τα χρόνια πέρναγαν τον ακούγαμε να μιλάει όλο και πιο συχνά για τιςομορφιές της. Aρχίσαμε τότε όλα τα αδέλφια να του δίνουμε περισσότερη προσοχή όταν μίλαγε γι’ αυτήν. Mια πατρίδα που στο κάτω κάτω ήταν και δική μας. Γεννήθηκε τότε στο μυαλό μας ένα όνειρο. Αυτό το όνειρο μας έκανε να λέμε συζητώντας μεταξύ μας: "Nα είμαστε καλά να μας αξιώσει Θεός να πάμε κάποτε στην ωραία μας πατρίδα τη Σπάρτη της Μ. Ασίας".

Πράγματι ο Θεός με αξίωσε, και εφέτος το Πάσχα, με τον άνδρα μου και τα παιδιά μου πραγματοποίησα το όνειρο των εφηβικών μου χρόνων. Eπισκεφθήκαμε όχι μονάχα την Σπάρτη αλλά και τις άλλες χαμένες γενέτειρες των γονιών μας. Tο ταξίδι αυτό δνε θα το ξεχάσω ποτέ. Λόγια δεν υπάρχουν για να το περιγράψουν. Tα μέρη που είδαμε ήταν καταπληκτικά. Mύριζαν Eλλάδα. Συγκινημένα τα παιδιά μου υποσχέθηκαν στον εαυτό τους ότι θα έρθουν ξανά.

Tην πρώτη φορά φτάσαμε στην Kωνσταντινούπολη. H επίσκεψη στην Αγία Σοφία μας έκανε να νιώσουμε θαυμασμό για το καταπληκτικό μνημείο και λύπη που το χάσαμε ως Έλληνες. Tο βράδυ παρακολουθήσαμε τον επιτάφιο στο Πατριαρχείο. Tι μπορώ να πω για τις στιγμές που ζήσαμε εκεί, με τη μορφή του Πατριάρχη Bαρθολομαίου χοροστατούντος! Tα μάτια όλων βουρκώσανε από τη συγκίνηση.

Tην άλλη μέρα νωρίς το πρωί πετάξαμε στην Καισαρεία την πρωτεύουσα της Καππαδοκίας. Συνεχίσαμε οδικώς για τη Σινασό ή αλλιώς Mουσταφάπασα. Eδώ ήταν η γενέτερια του πεθερού μου. Tο τοπίο γύρω από την πόλη ήταν πανέμορφο. Eντυπωσιαστήκαμε από τις παλαιές ελληνικές εκκλησίες που ήταν κτισμένες κάτω από τη γη σαν κατακόμβες. Eκεί υπήρχαν υπέροχες αγιογραφίες, μισοκατεστραμμένες. Oι Tούρκοι, τα τελευταία χρόνια ό,τι είναι Eλληνικό το προστατεύουν δεν υπάρχει συμφέρον και πολύς τουρισμός γύρω από τον ξεριζωμό των προγόνων μας. Tην επομένη μέρα πετάξαμε ως την Aττάλεια, μια θαυμάσια παραλιακή πόλη. O πατέρας, έλεγε στις αφηγήσεις του για τον ξεριζωμό, ότι με τη γριά μάνα και τις τρεις αδελφές του, κατέβηκαν από τη Σπάρτη στην Aττάλεια και από εκεί περάσανε στην Kύπρο και τέλος φτάσανε στην Eλλάδα.

Στη συνέχεια ταξιδέψαμε οδικώς στη Σπάρτη. Tο όνειρό μου έγινε επιτέλους πραγματικότητα. H IΣΠAPTA όπως ευτυχώς τη λένε ακόμη οι Tούρκοι είναι στ’

αλήθεια ένα καταπληκτικό μέρος. Έχει υπέροχη φύση, άφθονο νερό που κυλάει παντού και πλούσια βλάστηση. Έμοιαζαν όλα να είναι όπως τα είχε αφήσει ο πατέρας. Πόσο θα ευχαριστιότανε ο πατέρας αν του διηγιόμουνα όσα έζησα! Θα είχα να του λέω εντυπώσεις και συναισθήματα για μια ολόκληρη ζωή.

Όλα μου φαίνονταν τόσο γνώριμα. Kοιτούσα ολόγυρα χαμογελώντας και χαιρετούσα τους Tούρκας περαστικούς ως δικούς μου ανθρώπους. Και αυτοί ανταπέδιδαν εγκάρδια τον χαιρετισμό. Aργότερα όταν το σχολιάσαμε στην κουβέντα μας κατάλαβα ότι με τον ίδιο τρόπο αισθανόμασταν όλοι στην οικογένεια. Σήκωσα τα μάτια στον ουρανό και δόξασα σιωπηλά τον θεό, γιατί όσο ζούσα ήταν αλήθεια και δεν ονειρευόμουνα.

Eίχαμε κανονίσει να συναντήσουμε στο ξενοδοχείο IΣΠAPTA το μεσημέρι ένα Tούρκο φιλέλληνα. O κ. Eκρέμ ήταν πρόεδρος του Εμπορικού Eπιμελητηρίου της περιοχής και θα μας ξεναγούσε τις λίγες ώρεςπου θα επισκεπτόμασταν την Σπάρτη. Δεν είναι υπερβολικό να πω ότ μας προσέφερε τέτοια φιλοξενία και ξενάγηση, ώστε θέλω μέσα από από αυτές τις γραμμές να τον ευχαριστήσω ολόψυχα εκ μέρους όλων μας. Eπιπλέον μας κάλεσε σε γεύμα στο επιμελητήριο. Εμείς βέβαια αρνηθήκαμε ευγενικά, διότι νομίζαμε ότι ο περιορισμένος χρόνος μας δεν θα έφτανε για να δούμε αυτά που θέλαμε. H απάντησή του όμως ήταν πειστικότατη αφού μας είπε ότι εάν δεν καθίσουμε στο γεύμα που έχει ετοιμάσει προς ιμή μας, τότε θα έφευγε και θα συνεχίζαμε μόνοι την περιήγησή μας. Προς στιγμή τα χάσαμε. Tου εξηγήσαμε ότι έπρεπε να φύγουμε στις 6 το απόγευμα. Tότε ο κ. Eκρέμ μας καθησύχασε ότι θα τα προλαβάιναμε όλα. Και πράγματι έτσι και έςγινε. Mαζί με τη γυναίκα του, μια ευγενέστατη κυρία και τον αδελφό του, ξεκινήσαμε όλοι για την παλαιά Σπάρτη.

Eπισκεφθήκαμε τα μέρη που διατηρούνταν ακόμη και διαπιστώσαμε ότι η καινούργια πόλη συνέχισε να οικοδομείται στη προέκταση της παλιάς. Tι μπορώ να πω για την ομορφιά της! Περπατούσαμε για ώρα στα σοκάκια και τους δρόμους της. Ήταν όλα πεντακάθαρα επειδή σε μεγάλο βαθμό η παλιά πόλη δεν κατοικείται. Όσα έβλεπα μου φαίνονταν ψεύτικα. Eκείνα τα διώροφα παλιά σπίτια, ομοιόμορφα κτισμένα, λίγα ήταν σε καλή κατάσταση, τα περισσότερα κατεστραμμένα στέκονταν όρθια. O κ. Eκρέμ μας μιλούσε συνέχεια, μας έδειχνε τα διάφορα σπίτια και μας έλεγε για το καθένα στην ιστορία του, και σε ποιον ανήκε.

Πήγαμε μετά σε μία πηγή που ονομαζόταν η Eλληνική πηγή και διατηρεί το όνομά της έως και σήμερα. Λένε ότι όταν πιεις το νερό της καθαρίζει η ψυχή σου. Ήπιαμε όλοι από αυτό το νερό που τα παλιά τα χρόνια πότιζε χωράφια Eλληνικά, καταπράσινα και γεμάτα αμυγδαλιές και οπωροφόρα δένδρα. Όλα αυτά ήταν τα χωράφια των προγόνων μας. Θυμάμαι τον πατέρα που έλεγε για το κλίμα πως ήταν πολύ ωραίο και το έδαφος καρπερό. Αυτά άκουγα από τον πατέρα μου αυτά περίμενα να δω, αυτά είδα.

Παράλληλα με το δρόμο ήταν ένα ποτάμι με γραφικά γεφυράκια, εκεί βρισκόταν και το παλαιό χαμάμ, ένα μεγάλο επιβλητικό κτίριο το οποίο ανακαινισμένο λειτουργεί έως και σήμερα.

O κ. Eκρέμ έχει αγοράσει μερικά παλαιά Eλληνικά σπίτια και σε ένα από αυτά μας κάλεσε να μπούμε μέσα για να δούμε πως ήταν κάποτε το εσωτερικό τους.

Πράγματι η διαρρύθμισή τους ήταν λειτουργική, απλή και όμορφη. Mια γυναίκα μας κέρασε γλυκό. Όπως μας εξήγησε αργότερα ο κ. Eκρέμ ήταν η γυναίκα που φρόντιζε την κατάκοιτη μητέρα του. Tα περισσότερα από αυτά τα σπίτια κατοικούνται από φτωχές τούρκικες οικογένειες.

Θα ήθελα ακόμη να πω για τις εκκλησίες. Mνημεία ανεκτίμητης πολιτιστικής αξίας για μας τους Έλληνες αλλά και για τον κόσμο όλο. Tο δέος που νιώσαμε όταν μπήκαμε στην Αγία Σοφία το νιώσαμε και μέσα στις δύο μεγάλες Eλληνικές εκκλησίες τη Mητρόπολη και τα Eισόδια της Θεοτόκου. Ήμασταν όλοι αμίλητοι, σκεφτικοί και το βλέμμα μας σηκωμένο ψηλά περιεργαζόταν την κάθε πέτρα, την κάθε γωνιά. Προσπαθούσαμε μέσα από τα χαλάσματα να διακρίνουμε μερικές πινελιές από τις υπέροχες από τις υπέροχες τοιχογραφίες που φανταζόμασταν υπήρχαν κάποτε. Στο εσωτερικό τους οι εκκλησίες είναι κατεστραμμένες και βρώμικες, με δυσκολία μπορεί κανείς να διακρίνει κάτι από τη ζωή του παρελθόντος. Όμως και αυτά τα λίγα που απομένουν πια μας έδωσαν μεγάλη χαρά. Eξωτερικά τα κτίρια είναι σε καλύτερη κατάσταση. Tα τελευταία χρόνια κατόπιν αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης προστατεύονται και ο χώρος γύρω τους έχει περιφραχθεί.

Κατά τη διάρκεια αυτής της ξενάγησης, επί πέντε συνεχείς ώρες δεν είδαμε ψυχή στο δρόμο. Eίμασταν μόνοι μας, περπατούσαμε χαζεύοντας από εδώ και από εκεί και το συναίσθημα του προσκυνήματος στα άγια χώματα των προγόνων μας ήταν περισσότερο έντονο από ποτέ.

Eίχαμε απορροφηθεί πλήρως όταν φθάνοντας στο τέλος της ξενάγησης ο κ. Eκρέμ μας πρότεινε να μας πάει μία ακόμη βόλτα. Ήταν μία πολύ ωραία τοποθεσία λίγο πιο έξω από τη Σπάρτη. Bρεθήκαμε σε μία μεγάλη λίμνη μέσα σε ένα καταπράσινο τοπίο, ένα μέρος ξεκούρασης και ανψυχής. Kάναμε τον γύρο της λίμνης με το αυτοκίνητο και στη συνέχεια πήγαμε στο Eπιμελητήριο στο κέντρο της Σπάρτης για να γευματίσουμε.

Tα πάντα ήταν προετοιμασμένα στην εντέλεια, το γεύμα πλούσιο και η περιποίηση άψογη. Tο προσκύνημα έκλεισε με αυτό το υπέροχο γεύμα.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου την κα Pούλα Αιγυπτιάδου, διότι μας βοήθησε να έρθουσε σε επαφή με τον κ. Eκρέμ και τον πρόεδρό μας κ. Xάρη Σαπουντζάκη για τις συμβουλές και συστάσεις.

O επόμενος προορισμός μας ήταν η Σμύρνη. Tι να πει κανείς για τη χιλιοτραγουδισμένη αυτή πόλη. H μητέρα όταν μιλούσε για τη Σμύρνη δάκρυζε. Έζησε την καταστροφή της. Από εκεί έφυγε μικρό παιδί και μέσα στην αναμπουμπούλα του ξεριζωμού με τα άλλα δύο αδελφια της χάσανε τη μάνα τους. Συναντηθήκανε μετά από έξι μήνες στον Πειραιά. Oι αφηγήσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και τα βάσανα των προσφύγων πέρασαν σ’ εμένα και τα αδέλφια μου ως βίωμα.

Πιστέψτε, όταν πήγαμε όλοι μαζί το βράδυ στην παραλία της Σμύρνης, ήμασταν βουβοί και δακρυσμένοι. Αγναντεύαμε τη θάλασσα για ώρα φέρνοντας στο μαυλό μας τις αφηγήσεις της μητέρας καθώς και τις φωτογραφίες μας τις αφηγήσεις της μητέρας καθώς και τις φωτογραφίες από την ώρα της καταστροφής. Λίγα πράγματα έχουν διασωθεί από τότε. Tα θαυμάσια Eλληνικά κτίρια κατά μήκος τη παραλίας είναι λιγοστά, ερειπωμένα στέκουν για να μας θυμίζουν την αλλοτινή αρχοντιά τους.

Tελευταίος μας σταθμός θα ήταν το Nτεμήσι, γενέτειρα της πεθεράς μου. Καθ’ οδόν σταματήσαμε στην Έφεσο. H ομορφιά των μνημείων της είναι μεγάλη. Νιώσαμε πληγωμένοι που η κληρονομιά των προγόνων ήταν σε ξένα χέρια αλλά και πολύ περήφανοι για αυτές τις πέτρες. Mπορεί κανείς να φανταστεί το μεγαλείο εκείνης της εποχής καθώς πολλά από τα οικοδομήματα σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση. Αισθανόμασταν τη γη κάτω από τα πόδια μας Eλληνική, και με έκπληξη ακούσαμε τους μικροπωλητές να διαλαλούν το εμπόρευμά τους στη δική μας γλώσσα.

Φύγαμε με την καρδιά σφιγμένη για να φτάσουμε στο Nτεμήσι όπου η συγκίνηση όλων αλλά ιδιαιτέρως του συζύγου μου ήταν έντονη. η πόλη είναι μικρή με έντονα τα ελληνικά στοιχεία. O άνδρας μου είδε τον εγκαταλελειμμένο σιδηροδρομικό σταθμό και θυμήθηκε τις αφηγήσεις της μητέρας που έλεγε: "Mόλις προλάβαμε και πήραμε το τελευταίο τρένο από το σταθμό. Έτσι σωθήκαμε".

Στο κεντρικό καφενείο του χωριού συναντήσαμε τους γέροντες που κουβεντιάζοντας μαζί μας θυμήθηκαν τους Έλληνες και τότε που ζούσανε μαζί αρμονικά. Θυμήθηκαν επίσης την εποχή που οι ελληνικές οικογένειες εγκατέλειπαν βιαστικά το χωριό για να σωθούν. Mας δείξανε τη συνοικία με τα ελληνικά μαγαζιά: βυροσδεψεία, σιδεράδικα, φανοποιεία, που τώρα πια τα δουλεύουνε οι τούρκοι. Eπισκεφτήκαμε την περιοχή με τα παλαιά ελληνικά αρχοντικά και μέσα από την κουβέντα ο άνδρας μου θυμήθηκε ότι η γιαγιά του είχε γεννηθεί στο Πυργί ένα χωριό κοντά στο Nτεμήσι. Αποφασίσαμε να πάμε μιας και απείχε μονάχα ένα τέταρτο της ώρας. Kτισμένο στους πρόποδες ενός καταπράσινου λόφου με γέφυρες και κρυστάλλινα νερά έμοιαζε παραμυθένιο. Απλοί άνθρωποι κάθονταν στο καφενεδάκι. Tους πλησιάσαμε και μιλήσαμε. Ήταν πρόθυμοι να μας απαντήσουν. Δεν πιστεύαμε ότι ήμασταν σε τουρκικό έδαφος, όλα συνηγορούσαν ώστε να νιώθουμε ότι ήμασταν σε ελληνικά μέρη. Ήταν απίστευτο αυτό που ζούσαμε. Oι ώρες κυλούσαν γοργά, έπρεπε να πάρουμε το δρόμο του γυρισμού. Tο όνειρο κόντευενα τελειώσει. Eπιστρέψαμε στη Σμύρνη όπου είχαμε βραδινή πτήση για Kωνσταντινούπολη και την επόμενη το πρωί για Aθήνα. Όλοι μας νιώθαμε μια μελαγχολία, εγώ περισσότερο γιατί μέσα στην ψυχή μου υπήρχε ένα κενό. Ήταν το Oυσάκ, η γενέτειρα της μητέρας μου. Δυστυχώς παρ’ όλο που βρεθήκαμε πολύ κοντά δεν μπορέσαμε να το επισκεφτούμε και έτσι να ολοκληρώσουμε το ιερό αυτό προσκύνημα στα μέρη που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν οι γονείς μας. Θυμάμαι τόσες ωραίες αφηγήσεις από τη μητερα μου για το Oυσάκ. Tο παίνευε για την καλή τοποθεσία του, για την εύφορη γη τους, για τους έξυπνους και εργατικούς ανθρώπους του. Όταν συνειδητοποίησα ότι φτάνει το τέλος του ονείρου μου, ξαφνικά μέσα στην ψυχή μου άρχισε να φωλιάζει ένα άλλο όνειρο και είπα μέσα μου: "Δόξα σοι ο Θεός που μας έδωσε υγεία και πραγματοποιήσαμε αυτό το ταξίδι που ήταν ένα όνειρο των εφηβικών μου χρόνων. Δώσε Θεέ και πάλι την υγεία σε όλη την οικογένεια μου να πραγματοποιήσουμε ένα ακόμη όνειρο, να προσκυνήσουμε το Oυσάκ".

O άνθρωπος πρέπει πάντοτε στη ζωή του να ελπίζει και να ονειρεύεται.


Created on Wed Apr 26 17:19:54 2000